Παρασκευή, 18 Δεκεμβρίου 2015
Με τον Πύργο του Άιφελ αναμμένο με τα μηνύματα «No Plan B» και «1,5 degrees» η γαλλική διπλωματία πέτυχε το περασμένο Σάββατο ένα ιστορικό οικολογικό άλμα εμπρός. Σε ένα Παρίσι που ζούσε υπό καθεστώς απαγόρευσης των συγκεντρώσεων, χιλιάδες άνθρωποι από όλο τον κόσμο συμμετείχαν σε ξαφνικές ακτιβιστικές δράσεις, ενώ στον υπόλοιπο κόσμο εκατοντάδες χιλιάδες βγήκαν στους δρόμους και απαίτησαν μια καλή συμφωνία. Για πρώτη φορά, οι βροντερές φωνές από τους δρόμους και οι πολιτικές φωνές μέσα στα δωμάτια των διαπραγματεύσεων μίλησαν περίπου την ίδια γλώσσα.
Η συμφωνία για την κλιματική αλλαγή, προϊόν έντονου πολιτικού παρασκηνίου και πολύ ισχυρών πιέσεων για να σκοτωθεί πριν ακόμα γεννηθεί, είναι αναμφίβολα η καλύτερη δυνατή διεθνής νομική βάση για συντεταγμένη αντιμετώπιση της κορυφαίας απειλής που προκαλεί η άνοδος της θερμοκρασίας του πλανήτη. Σίγουρα έρχεται αργά και προβλέπει δράσεις των οποίων η αποτελεσματικότητα εξαρτάται αποκλειστικά από τα κράτη που θα τις εφαρμόσουν, όμως αυτή είναι η καλύτερη συμφωνία που θα μπορούσε κανείς σε αυτή τη φάση να περιμένει.
Στο μικροσκόπιο λοιπόν τώρα η Συμφωνία του Παρισιού: Είναι νομικά δεσμευτική ή απλά άλλο ένα γενικόλογο κείμενο πολιτικών διακηρύξεων; Γιατί δεν γίνονται επί λέξει αναφορές στα ορυκτά καύσιμα; Αναλαμβάνουν οι αναπτυσσόμενες χώρες συγκεκριμένες δεσμεύσεις ή όχι; Τι έγινε με τα δικαιώματα των φτωχότερων του πλανήτη που πλήττονται περισσότερο από τις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής;
Η ουσία της νέας συμφωνίας βρίσκεται σε κάποιες «λεπτομέρειες»:
Συμφωνία ή συνθήκη; Συμφωνία (agreement) τιτλοφορείται το αποτέλεσμα των διαπραγματεύσεων του Παρισιού. Με επιμονή από την πλευρά του Τζον Κέρρυ, Αντιπροέδρου των ΗΠΑ. Στόχος ή μάλλον φόβος του Κέρρυ; Ότι εάν ο τίτλος ήταν «συνθήκη» (treaty) θα έπρεπε να εγκριθεί από το Κογκρέσο, το οποίο τώρα κρατείται από τους εχθρικούς προς οποιοδήποτε εμπόδιο στα ορυκτά καύσιμα ρεπουμπλικάνους. Και η αλήθεια είναι πως η πιθανότητα απόρριψης της συμφωνίας από τις ΗΠΑ θα σήμαινε για όλους μια κατρακύλα προς τα πίσω. Συμφωνία του Παρισιού λοιπόν, αλλά με αναντίρρητα ισχυρές νομικές δεσμεύσεις – περισσότερες από τις «ήπιες» δεσμεύσεις. Δίχως ουσία λοιπόν ο όποιος προβληματισμός για τη νομική υπόσταση.
Το φάντασμα σε όλες τις κλιματικές διαπραγματεύσεις είναι το πετρέλαιο και ο άνθρακας, καθώς η καύση τους για παραγωγή ενέργειας ευθύνεται για περισσότερο από το 70% των παγκόσμιων εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα. Σε ένα σχόλιό της, η Ναόμι Κλάιν επισήμανε πως οι λέξεις «πετρέλαιο» και «άνθρακας» δεν αναφέρονται πουθενά στο κείμενο της νέας συμφωνίας. Στην πραγματικότητα όμως τα ορυκτά καύσιμα και απεξάρτηση από τις απολιθωμένες πολιτικές υποστήριξής τους βρίσκονται παντού: η λέξη «εκπομπές» διοξειδίου του άνθρακα αναφέρεται 49 φορές, ενώ ο κεντρικός στόχος της συμφωνίας είναι ο περιορισμός της αύξησης της μέσης θερμοκρασίας του πλανήτη το πολύ μέχρι 1,5 βαθμό Κελσίου πάνω από τα προ-βιομηχανικά επίπεδα. Επισημαίνει επίσης η συμφωνία ότι οι μέχρι σήμερα δεσμεύσεις των εθνικών κυβερνήσεων για μείωση των ανθρωπογενών εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου δεν είναι αρκετές.
Είτε το γράφει είτε όχι, το Σάββατο συμφωνήθηκε η αρχή του τέλους των ορυκτών καυσίμων.
Ίσως η πιο σημαντική απώλεια στον δρόμο προς τη συμφωνία είναι η μη συμπερίληψη συγκεκριμένων αναφορών για την ευθύνη αποκατάστασης των φτωχότερων που ήδη πλήττονται από την κλιματική καταστροφή. Παρόλα αυτά, τα μικρότερα νησιωτικά κράτη, τα λεγόμενα AOSIS, αποκτούν για πρώτη φορά «δικό τους» άρθρο σε κλιματική συμφωνία, γεγονός με σημασία για την αναγνώριση του δράματος που ήδη οδηγεί τους κατοίκους τους στην περιβαλλοντική προσφυγιά. Παράλληλα, δεν συμπεριλήφθηκε τελικά συγκριμένη και δεσμευτική αναφορά στο δικαίωμα των ιθαγενών λαών στη γη τους, ώστε να συμβάλουν με μεγαλύτερη ασφάλεια στον έλεγχο της αποδάσωσης -για πρώτη όμως φορά γίνεται αναφορά στα «δικαιώματα των ιθαγενών λαών».
Για εμάς εδώ στη μικρή Ελλάδα, η αλλαγή θα πρέπει να είναι μεγάλη και γενναία: τα ιδιαίτερα ρυπογόνα ελληνικά λιγνιτικά εργοστάσια ευθύνονται για το 34% των συνολικών εκπομπών της χώρας-είναι από τώρα γνωστό ότι το λιγνιτικής προέλευσης ηλεκτρικό ρεύμα θα γίνει πια πολύ ακριβό, καθώς ο «ρυπαίνων πλέον δεν την γλιτώνει, θα πληρώνει».
Η ομιλία του Πρωθυπουργού μας στο Παρίσι ήταν περισσότερο απογοητευτική από όσο θα περίμενε κανείς: αναλώθηκε σε κενές περιεχομένου κραυγές για τη μάχη ενάντια στον παγκόσμιο καπιταλισμό. Στη συνέχεια όμως δαφνοστεφάνωσε την καρδιά της «νεοφιλελεύθερης καπιταλιστικής παγκοσμιοποίησης»: υποστήριξε πως η ΕΕ δεν θα έπρεπε να ελέγχει τις εκπομπές της ναυτιλίας και πως μόνο ένα παγκόσμιο πλαίσιο ελέγχου κάτω από τον Διεθνή Ναυτιλιακό Οργανισμό (ΙΜΟ) είναι πρέπον σε ένα ναυτικό κράτος όπως η Ελλάδα. Τι είπε δηλαδή ο Πρωθυπουργός στον κόσμο; Απλά ότι δεν θα έπρεπε η ΕΕ να έχει αυστηρότερες από τα παγκοσμίως ισχύοντα περιβαλλοντικές ρυθμίσεις, επειδή έτσι βλάπτεται η ανταγωνιστικότητα, άρα υποστηρίζουμε τη μη-ρύθμιση που προωθεί ο ΙΜΟ. Πίσω ολοταχώς δηλαδή, προς όφελος μιας περιβαλλοντικά ανεξέλεγκτης εφοπλιστικής δραστηριότητας. Την επομένη μάλιστα της ομιλίας του Αλέξη Τσίπρα, ο Διεθνής Ναυτιλιακός Οργανισμός έλαβε το «Βραβείο Απολιθώματος» από το Climate Action Network, ακριβώς λόγω της αντίδρασής του σε οποιονδήποτε έλεγχο των εκπομπών των πλοίων. Και έτσι, με προσωπική ευθύνη και του Αλέξη Τσίπρα, η ναυτιλία παρέμεινε ο μοναδικός εκτός ρύθμισης για τις εκπομπές οικονομικός κλάδος, μαζί με την αεροπλοΐα.
Κερδήθηκε μια καλή συμφωνία, αλλά τώρα αρχίζει μια πολύ μεγάλη μάχη. Μπορεί η επιστήμη να δείχνει ξεκάθαρα τι σημαίνει σήμερα και αύριο η κλιματική αλλαγή για όλους, μπορεί εκατοντάδες χιλιάδες άνθρωποι να βγαίνουν στους δρόμους και να απαιτούν γενναίες πολιτικές λύσεις εδώ και τώρα, όμως η αντίδραση έχει στα χέρια της τη μεγαλύτερη οικονομική δύναμη του πλανήτη: τα ορυκτά καύσιμα και τους μεγάλους ρυπαντές, όπως η ναυτιλία και η βιομηχανία εξόρυξης πετρελαίου και κάρβουνου. Αυτή η μάχη μας αφορά όλους.
Θεοδότα Νάντσου, Επικεφαλής Πολιτικής, WWF Ελλάς
Το άρθρο δημοσιεύθηκε στην Εφημερίδα των Συντακτών, σε πιο συνεπτυγμένη μορφή