Μετά από έναν αγώνα δρόμου κατατέθηκαν από τους Γάλλους διαπραγματευτές τα νέα σχέδια συμφωνίας και απόφασης της 21ης Παγκόσμιας Συνδιάσκεψης για το Κλίμα. Το κείμενο αντικατοπτρίζει μια πρόοδο στις διαπραγματεύσεις, αλλά τα κεντρικά θέματα του μακροπρόθεσμου στόχου, της διαφάνειας, της διαδικασίας ελέγχου και αναθεώρησης στόχων, της διαφοροποίησης του καταμερισμού των βαρών ανάμεσα στις χώρες, και της χρηματοδότησης, εξακολουθούν να παραμένουν ορθάνοιχτα σε πολύ διαφορετικές επιλογές.

Στα θετικά καταγράφεται η μείωση του μεγέθους του κειμένου και η εξαφάνιση αρκετών αγκυλών που αντιστοιχούσαν σε επιμέρους σημεία διαφωνίας τα οποία υπήρχαν στο προηγούμενο κείμενο. Σημαντικό βήμα προόδου αποτέλεσε η παγίωση της πενταετούς διαδικασίας αναθεώρησης των στόχων που κατέθεσαν οι χώρες στις Εθνικές Συνεισφορές τους (INDCs), αν και το ενδεχόμενο της πρώτης τέτοιας αναθεώρησης πριν το 2020 φαίνεται δυστυχώς να απομακρύνεται, παρά την προσπάθεια του Γάλλου Προέδρου François Hollande για το αντίθετο.

Στο κεντρικό ζήτημα του μακροπρόθεσμου στόχου προστέθηκε ως επιλογή μια συμβιβαστική διατύπωση μεταξύ 2oC και 1,5oC, προφανώς επηρεασμένη από τις θέσεις ΗΠΑ όπως τις διατύπωσε ο υπουργός Εξωτερικών John Kerry τις προηγούμενες μέρες, ο οποίος μάλιστα διπλασίασε την οικονομική βοήθεια προς τις αδύναμες οικονομικά χώρες που ήδη έχουν πληγεί από την κλιματική αλλαγή.

Μεγάλη μάχη φαίνεται να εξελίσσεται γύρω από το ζήτημα της «μετάφρασης» του παραπάνω θερμοκρασιακού στόχου σε μειώσεις εκπομπών αερίων θερμοκηπίου. Πόσο νωρίς πρέπει να φτάσουμε σε κορύφωση των παγκόσμιων εκπομπών; Πόση θα πρέπει να είναι η μείωση τους το 2050 σε σχέση με το 2010; Οι εκπομπές θα πρέπει να μηδενιστούν κοντά στο μέσο ή το τέλος του αιώνα; Το έτος βάσης πάντως φαίνεται να «κλειδώνει» στο 2010, ενώ η επιλογή για μείωση με ένα τεράστιο εύρος 40%-70%  το 2050 θυμίζει ανησυχητικά το ανεπαρκές αποτέλεσμα της συμφωνίας του G7 τον περασμένο Ιούνιο.  Εκτός όμως από αυτή την επιλογή εξακολουθεί δυστυχώς να παραμένει στο τραπέζι και η επιλογή μιας εντελώς αόριστης και γενικόλογης διατύπωσης για μείωση των παγκοσμίων εκπομπών που μοιάζει περισσότερο με ευχή παρά με δέσμευση. Σε κάθε περίπτωση δεν είναι διόλου σαφές πώς οι όποιες δεσμεύσεις περιορισμού των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου θα πρέπει να καταμεριστούν ανάμεσα στα διάφορα κράτη.

Ελάχιστη πρόοδος σημειώθηκε στο ζήτημα της διαφάνειας, ενώ η χρηματοδότηση παραμένει ίσως το πιο δυσεπίλυτο πρόβλημα υποκρύπτοντας και το ζήτημα της διαφοροποίησης της συνεισφοράς ανάμεσα στα κράτη. Θα προστεθούν κι άλλες χώρες σε αυτές που θα χρηματοδοτούν ή θα παραμείνουμε στον «κλασσικό» διαχωρισμό ανεπτυγμένων-αναπτυσσόμενων; Ποιες χώρες θα λαμβάνουν τη βοήθεια; Είναι $100 δις τον χρόνο αρκετά ή πρέπει να αυξηθεί η ετήσια συνεισφορά για την καταπολέμηση της κλιματικής αλλαγής και των συνεπειών της; Πόσο συχνά πρέπει να παρακολουθείται η πρόοδος της χρηματοδότησης ώστε να γίνονται διορθωτικές κινήσεις αν χρειαστεί; Τα ζητήματα αυτά παραμένουν άλυτα και στο νέο κείμενο. Στα αρνητικά καταγράφεται επίσης η αφαίρεση από το νέο κείμενο οποιαδήποτε αναφοράς σε μείωση εκπομπών στους τομείς της ναυτιλίας και της αεροπλοΐας.

Τέλος, τα παθήματα του Κιότο φαίνεται ότι έγιναν μαθήματα, όπως φαίνεται στο άρθρο 18 που περιγράφει τις προϋποθέσεις για να τεθεί σε ισχύ το αποτέλεσμα του Παρισιού. Στο νέο κείμενο απαιτούνται μόνο 50 ή 60 κράτη να επικυρώσουν τη συμφωνία για να τεθεί σε ισχύ, σε αντίθεση με την προηγούμενη εκδοχή όπου υπήρχε η επιλογή ο απαιτούμενος αριθμός κρατών να είναι έως και 100 με συμμετοχή στις παγκόσμιες εκπομπές έως και 70%.

Πέρα από το νέο κείμενο που αποτελεί τη νέα βάση διαπραγμάτευσης, ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα ήταν η έκθεση του IUCN των Climate Advisers και του WWF που παρουσιάστηκε στο Παρίσι, η οποία αναδεικνύει το τεράστιο δυναμικό των δασών στη γεφύρωση του χάσματος εκπομπών ανάμεσα στις επιστημονικές προβλέψεις και τις Εθνικές Συνεισφορές των κρατών (INDCs) ως το 2030.

Επίσης, μπορεί η Αυστραλία να συνυπέγραψε διακήρυξη που αναδεικνύει τη σημασία θέσπισης καθαρών κανόνων στη διεθνή αγορά άνθρακα για τη μείωση των εκπομπών μετά το 2020 αλλά οι θέσεις της για τις εξαγωγές λιθάνθρακα σίγουρα δεν συνάδουν με αυτές για την προστασία των κοραλιών, όπως ανέδειξε επιστήμονας στο BBC.  Σύμφωνα με έρευνα του WWF τα 3/4 των κοραλλιογενών υφάλων παγκοσμίως απειλούνται. Μεταξύ 1979 και 2010 οι κοραλλιογενείς ύφαλοι μειώθηκαν κατά 34%, ενώ αν η κλιματική αλλαγή συνεχιστεί με τον σημερινό ρυθμό, οι επιστήμονες προβλέπουν ότι τα κοράλλια θα εκλείψουν εντελώς ως το 2050.



Μοιράσου το με φίλους
 

Σχόλια