Συνεχίζουμε με τις ιστορίες των εθελοντών του προγράμματος της Ευρωπαϊκής Εθελοντικής Υπηρεσίας (EVS) που από τη Δαδιά του Έβρου επιχειρούν να μας συστηθούν, να μας περιγράψουν την καθημερινότητά τους ή να μας δώσουν μια αίσθηση για την Ελλάδα που μπορεί να ξέρουμε ότι υπάρχει αλλά συχνά χάνεται από τα μάτια μας. Σήμερα το γράμμα της Julia.





Ολόκληρο το διάστημα που είμαι στη Δαδιά υπήρξαν ένα σωρό εντυπωσιακές, ξεχωριστές και όμορφες στιγμές έξω στο πεδίο. Αλλά αν το καλοσκεφτώ, υπάρχει ένα συγκεκριμένο περιστατικό που δεν θα ξεχάσω.

Ήταν η πρώτη μου μέρα εδώ και βγήκαμε στο δάσος. Στις 5 το πρωί ήμουν ακόμα μισοκοιμισμένη, απλώς ακολουθούσα τους υπόλοιπους ψάχνοντας να βρω ένα πέρασμα ανάμεσα σε κλαδιά, βάτα και βράχους και ελπίζοντας να μην γκρεμοτσακιστώ και σπάσω κανένα κόκκαλο. Ένιωθα σαν στο μέσο της ζούγκλας και κάπως σαν σε περιπέτεια. Όταν φτάσαμε στο πρώτο πελώριο πεύκο με μια φωλιά Μαυρόγυπα, ξαφνικά ξύπνησα. Αναρωτιόμουν πώς θα μαρκάρουμε το μικρό Μαυρόγυπα όταν είδα έκπληκτη τον Δημήτρη να σκαρφαλώνει στον κορμό του δέντρου και να βάζει το μικρό σ’ ένα σάκο. Όταν ο σάκος ήταν ασφαλής στο έδαφος και τον ανοίξαμε προσεκτικά, δύο μεγάλα μαύρα μάτια με κοιτούσαν. Λες και ήξερε ότι δεν θα το βλάψουμε, το πουλί δεν αντιστάθηκε. Ήταν εκεί ξαπλωμένο, και προφανώς αναρωτιόταν τι στο καλό κάνουμε και γιατί δεν ήταν πια στη ζεστή, άνετη φωλιά του. Με εντυπωσίασε το πόσο μεγάλα είναι αυτά τα πουλιά. Έστω κι αν ένιωθα λίγο άσχημα για την ενόχληση που είχαμε προκαλέσει σε αυτό το άγριο πουλί, εκείνη τη στιγμή συνειδητοποίησα ότι η δουλειά μας εδώ έχει νόημα. Προσπαθούμε να κάνουμε κάτι διαφορετικό για την προστασία αυτού του σπάνιου είδους. Νοιαζόμαστε για κάτι που πολλοί άνθρωποι αγνοούν. Ήταν η στιγμή που ένιωσα ότι ήταν απολύτως σωστή η επιλογή μου να έρθω εδώ, να βοηθήσω ως εθελόντρια.

Μόλις του περάσαμε ένα δαχτυλίδι και την ετικέτα στη φτερούγα με τον αριθμό 76, το πήγαμε πίσω στη φωλιά του. Αργότερα το ονομάσαμε JULISA – ενώνοντας το όνομά μου με αυτό της άλλης εθελόντριας που είχε έρθει μαζί μας, της Marisa.

Μετά από μερικές εβδομάδες είχαμε τη δασική πυρκαγιά στο εθνικό πάρκο. Και εκεί απειλούνταν περιοχές όπου γνωρίζαμε 2 φωλιές. Αν και εκείνη την περίοδο τα πουλιά μπορούσαν να πετάξουν, δεν ήταν σίγουρο εάν θα επηρεάζονταν ή όχι από τη φωτιά. Οπότε μπορείτε να καταλάβετε την ανακούφιση που ένιωσα – και τη χαρά που με έκανε σχεδόν να χοροπηδάω, πασχίζοντας να μην κάνω πολλή φασαρία στο παρατηρητήριο – όταν είδα το Μαυρόγυπα με τον αριθμό 76 να προσγειώνεται στο χώρο της ταΐστρας. Η Julisa ήταν εκεί ασφαλής τρώγοντας μαζί με τους υπόλοιπους γύπες.

Julia Meis

Γερμανία

19 χρονών



Μοιράσου το με φίλους
 

Σχόλια