H πρόσφατη κίνηση από Μπαράκ Ομπάμα για μείωση των εκπομπών από τους εγχώριους σταθμούς παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας στις ΗΠΑ, εξέπεμψε το ισχυρότερο μήνυμα ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν πλέον πάρει στα σοβαρά την καταπολέμηση της κλιματικής αλλαγής, η οποία απειλεί τον πλανήτη ήδη σήμερα και όχι σε κάποιο μακρινό μέλλον.

Πιο συγκεκριμένα, η Υπηρεσία Προστασίας του Περιβάλλοντος (EPA) των ΗΠΑ κατέθεσε αναλυτική πρόταση 645 σελίδων για τη μείωση εκπομπών των ανθρακικών μονάδων ηλεκτροπαραγωγής ως το 2030 κατά 30% σε σχέση με τα επίπεδα του 2005. Η πρόταση που τέθηκε σε δημόσια διαβούλευση τεσσάρων μηνών, έχει ήδη προκαλέσει σειρά αντιδράσεων, οι οποίες εστιάζουν στην απώλεια θέσεων εργασίας και στην αύξηση των τιμών του ρεύματος παρά το ότι η EPA προβλέπει μείωση των τιμών ηλεκτρικής ενέργειας κατά 8%, δημιουργία θέσεων εργασίας στους τομείς των ΑΠΕ και της εξοικονόμησης ενέργειας, καθώς και μείωση εξόδων $ 93 δις στον τομέα της υγείας.

Οι προτάσεις της EPA αποτελούν  προφανώς χρυσή τομή που επιχειρεί να σταθμίσει διάφορους παράγοντες. Ως έτος βάσης για τις μειώσεις επιλέχθηκε το 2005, όταν και οι εκπομπές βρίσκονταν στο μέγιστο και όχι το 2012 που ήταν σημαντικά χαμηλότερες λόγω κρίσης. Κατά συνέπεια, μεγάλο μέρος των προτεινόμενων μειώσεων εκπομπών έχει ήδη επιτευχθεί. Επίσης, είναι χαρακτηριστική η πληθώρα των πολιτικών που επιτρέπει η EPA σε κάθε Πολιτεία, προκειμένου να επιτευχθεί  ο στόχος της μείωσης των εκπομπών ως το 2013, μεταξύ των οποίων και η αυξημένη χρήση σχιστολιθικού φυσικού αερίου. Επιστήμονες έχουν ήδη θίξει το ζήτημα του ελλιπούς τρόπου καταμέτρησης εκπομπών του μεθανίου που εκλύεται από τις εξορύξεις σχιστολιθικού φυσικού αερίου και έχει 72 φορές μεγαλύτερο δυναμικό υπερθέρμανσης του πλανήτη από το διοξείδιο του άνθρακα για χρονικό διάστημα 20 ετών.

Όμως, η πρωτοβουλία Ομπάμα δεν παύει να είναι κομβικής σημασίας στον πόλεμο ενάντια στην κλιματική αλλαγή. Είναι η πρώτη φορά που οι ΗΠΑ προχωρούν σε μειώσεις εκπομπών από υπάρχουσες ανθρακικές μονάδες. Σε συνδυασμό με τα όρια εκπομπών των 500 gr/KWh για τις νέες ανθρακικές μονάδες, τα νέα μέτρα θα μειώσουν σημαντικά την κατανάλωση των στερεών ορυκτών καυσίμων, τα οποία το 2013 κατείχαν μερίδιο 40% στο μίγμα ηλεκτροπαραγωγής της χώρας.

Η κίνηση αυτή των ΗΠΑ ήδη προκάλεσε αλυσιδωτές αντιδράσεις διεθνώς, καθώς την αμέσως επόμενη μέρα η Κίνα ανακοίνωσε τη θέσπιση ορίου για τις εκπομπές της. Αν και οι λεπτομέρειες φαίνεται ότι είναι ακόμα υπό επεξεργασία, εντούτοις πρόκειται για μια ιδιαίτερα σημαντική εξέλιξη, καθώς η Κίνα εκτόπισε το 2006 τις ΗΠΑ στην πρωτοκαθεδρία των εκπομπών αερίου του θερμοκηπίου και ως τώρα δεν είχε δεχτεί να θέσει πλαφόν για τις συνολικές εκπομπές της.  Μετά τις ΗΠΑ, την Κίνα, και το Μεξικό, και η Φινλανδία ανακοίνωσε στις 5 Ιουνίου τη δέσμευσή της για μείωση των εκπομπών της κατά 80% ως το 2050.

Συνεπώς η πρωτοβουλία Ομπάμα, ενδέχεται να αλλάξει εντελώς τη ροή των πραγμάτων στην παγκόσμια πολιτική για το κλίμα, καθώς αναμένεται να προκαλέσει ισχυρότατες πιέσεις για αντίστοιχες δεσμεύσεις από τη μεριά και άλλων μεγάλων ρυπαντών παγκοσμίως όπως η Ινδία, ενόψει τόσο της συνδιάσκεψης για το κλίμα που διοργανώνει ο ΓΓ του ΟΗΕ Μπαν Κι Μουν στη Νέα Υόρκη τον Σεπτέμβριο του 2014 αλλά κυρίως ενόψει της νέας συμφωνίας για το κλίμα στο Παρίσι τον Δεκέμβριο του 2015.

Οι πρωτοβουλίες αυτές των ΗΠΑ αποτελούν τμήμα μιας συνολικής πολιτικής για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής. Από τον Ιούνιο του 2013 ο πρόεδρος Ομπάμα με αφετηρία τις ΗΠΑ, ξεκίνησε διεθνή εκστρατεία για την παύση της χρηματοδότησης νέων ανθρακικών μονάδων σε τρίτες χώρες, ενώ στο επικείμενο συνέδριο των χωρών του ΟΟΣΑ οι ΗΠΑ και η Βρετανία θα προτείνουν τη θέσπιση αυστηρών ορίων εκπομπών για τις νέες ανθρακικές μονάδες που θα χρηματοδοτούνται μέσω των Οργανισμών Εξαγωγικών Πιστώσεων των χωρών μελών του ΟΟΣΑ. Σύμφωνα με πρόσφατη έκθεση του WWF, η χρηματοδότηση ανθρακικών μονάδων, κυρίως στις αναπτυσσόμενες χώρες, μέσω αυτών των οργανισμών έφτασε το ποσό των 32,3 δισεκατομμυρίων δολαρίων την περίοδο 2007-2013.

Κι ενώ ΗΠΑ και Κίνα συναγωνίζονται για την ηγεσία στις παγκόσμιες διαπραγματεύσεις για το κλίμα, θολή παραμένει η θέση της Ευρώπης, παρά το γεγονός ότι μέχρι πρότινος είχε αναμφισβήτητα την πρωτοκαθεδρία στην παγκόσμια κλιματική πολιτική. Κάτω από τις ασφυκτικές πιέσεις των ενεργοβόρων βιομηχανιών, των μεγάλων εταιριών παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας που παραμένουν παγιδευμένες στα ορυκτά καύσιμα, αλλά και χωρών όπως η Πολωνία που θέλουν να θέσουν την Ευρώπη στο περιθώριο των παγκόσμιων εξελίξεων με πρόσχημα το μικρό συγκριτικά μερίδιο της ΕΕ στις παγκόσμιες εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου, οι Ευρωπαίοι ηγέτες εμφανίζονται διστακτικοί, αναβάλλοντας διαρκώς τις αποφάσεις για το κλιματικό και ενεργειακό πακέτο του 2030.

Η χρονική συγκυρία για την Ευρώπη όμως είναι περισσότερο κρίσιμη από ποτέ καθώς η απόφαση των ΗΠΑ αναμένεται να ρίξει τις τιμές στερεού άνθρακα καθιστώντας τον έτσι πιο ελκυστικό για εισαγωγές και από την Ευρώπη. Κάτι τέτοιο όμως θα αυξήσει την ήδη πολύ μεγάλη ενεργειακή εξάρτηση της ΕΕ από εισαγωγές ορυκτών καυσίμων και θα τορπίλιζε ακόμα και τα ήδη αποδυναμωμένα σχέδιά της για μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου.  

Το αντίδοτο σε αυτόν τον κίνδυνο είναι η ενίσχυση της φιλοδοξίας στο κλιματικό και ενεργειακό πακέτο του 2030 που θα συζητηθεί στα Ευρωπαϊκά Συμβούλια του Ιουνίου και του Οκτωβρίου. Είναι απολύτως ρεαλιστικό να θεσπιστεί στόχος για τουλάχιστον 40% μείωση των αερίων του θερμοκηπίου ως το 2030. Είναι επίσης απαραίτητο ο στόχος μείωσης αερίων του θερμοκηπίου να συνοδευτεί από στόχο διείσδυσης ΑΠΕ σαφώς μεγαλύτερο από το αναιμικό 27% της πρότασης της Κομισιόν αλλά και από δεσμευτικό στόχο για την ενεργειακή αποδοτικότητα, καθώς οι αναλύσεις της ίδιας της Κομισιόν αποδεικνύουν ότι η ανταγωνιστικότητα της ευρωπαϊκής οικονομίας και η ενεργειακή της ασφάλεια υπηρετούνται καλύτερα από τρεις φιλόδοξους στόχους.

Σε κάθε περίπτωση μετά από την κίνηση Ομπάμα, ένα πράγμα είναι βέβαιο: Πλέον η Ευρώπη δεν είναι μόνη στη μάχη ενάντια στην κλιματική αλλαγή, όπως ισχυρίζονταν η Πολωνία και άλλες χώρες του πρώην ανατολικού μπλόκ, που συστηματικά υπέσκαπταν όλες τις απόπειρες θέσπισης φιλόδοξων ενεργειακών και κλιματικών στόχων για το 2030. Για να μη μείνει λοιπόν η κίνηση του Μπαράκ Ομπάμα μισή, είναι καιρός οι Ευρωπαίοι ηγέτες να ξεπεράσουν τον συντηρητισμό και τις πιέσεις των ενεργειακών κολοσσών, και να κινηθούν με βάση το συμφέρον των Ευρωπαίων πολιτών, του περιβάλλοντος και της μακροχρόνιας ενίσχυσης της ανταγωνιστικότητας της ευρωπαϊκής οικονομίας.



Μοιράσου το με φίλους
 

Σχόλια