Παρασκευή, 07 Αυγούστου 2015
Από άποψη έκτασης η Γυάρος είναι ένα μεγάλο σχετικά νησί (17-18 χλμ2). Πιο συγκεκριμένα όμως, είναι ένα από τα λίγα τόσο μεγάλα νησιά στο Αιγαίο που είτε δεν είναι κατοικημένα σήμερα ή έχουν πολύ λίγο κατοικηθεί στο παρελθόν. Αντίστοιχου μεγέθους έρημα νησιά δεν είναι πολλά στο Αιγαίο. Η Γυάρος βρίσκεται στο κέντρο ενός κύκλου με ακτίνα 10-20 μίλια από τα γύρω νησιά. Είναι δηλαδή και σχετικά απομονωμένο νησί.
Φαίνεται πως 4 κύριοι φυσικοί παράγοντες έπαιξαν ρόλο για τη μη κατοίκησή του ή για τον χαμηλό πληθυσμό του μέσα στους αιώνες (ιστορικοί παράγοντες έχουν παίξει ή μπορεί να έχουν παίξει πολύ σημαντικό ρόλο επίσης αλλά δεν τους εξετάζουμε εδώ).
ΜΕΓΑΛΕΣ ΚΛΙΣΕΙΣ-ΑΓΟΝΑ ΕΔΑΦΗ Το νησί είναι πρακτικά ένας κώνος με μια κεντρική κορυφογραμμή ανάμεσα στα 435 και 490 μέτρα και μέγιστο οριζόντιο πλάτος μόνο 8,76 χλμ, δηλαδή ο λόγος ύψους-πλάτους είναι πολύ μεγάλος. Το κύριο γεωλογικό υπόστρωμα είναι σχιστόλιθοι. Οι μεγάλες κλίσεις και οι σχιστόλιθοι σημαίνουν ότι υπάρχουν ελάχιστα σχετικά επίπεδα μέρη κατάλληλα για καλλιέργεια, τα εδάφη είναι ρηχά και άγονα και σε μεγάλο τμήμα του νησιού (ιδιαίτερα το Β και ΝΔ) σημειώνονται, λόγω κλίσεων, συνεχείς κατολισθήσεις.
ΕΚΘΕΣΗ ΣΤΟΝ ΚΑΙΡΟ. Η γεωγραφική θέση του νησιού είναι τέτοια που είναι εντελώς εκτεθειμένο στα μπουγάζια (βοριάδες) που κατεβαίνουν ανάμεσα Άνδρο και Τήνο και κυρίως ανάμεσα Άνδρο και νότια Εύβοια, δηλαδή του Κάβο Ντόρο, ενός από τα πιο επικίνδυνα, ανεμοδαρμένα και τρικυμιώδη μέρη του Αιγαίου.
ΑΠΟΥΣΙΑ ΛΙΜΑΝΙΩΝ. Το νησί δεν διαθέτει προστατευμένα, υπήνεμα μέρη που μπορούν να χρησιμεύσουν για το δέσιμο σκαφών (λιμάνια) και αυτό σε συνδυασμό με το προηγούμενο σημείο κάνει τη ναυσιπλοῒα και την προσέγγιση στο νησί προβληματική για μεγάλο μέρος του έτους.
ΑΠΟΣΤΑΣΗ. Η απόστασή του από τα γύρω μεγάλα νησιά (10-20 μίλια) είναι καθόλα υπολογίσιμη.
Αντίθετα πάντως σε ό,τι μπορεί να νομίσει κάποιος από επιπόλαιο κοίταγμα, το νησί δεν είναι ξερονήσι αλλά έχει πηγές και πηγάδια με νερό όλο το χρόνο. Αυτό έπαιξε ρόλο και στη δυνατότητα δημιουργίας των φυλακών αλλά και συμβάλλει στην επιβίωση των μεγάλων πληθυσμών αιγοπροβάτων και κουνελιών.
Ο θαλάσσιος χώρος γύρω από το νησί χαρακτηρίζεται από σχετικά βαθιά νερά και έχει δυο κύρια χαρακτηριστικά: εκτεταμένες περιοχές βυθού με υγιείς και θάλλουσες φυκιάδες (κυριαρχούμενες από το φυτό Posidonia oceanica) και επίσης εκτεταμένες περιοχές με τραγάνες. Και οι δυο αυτοί οικότοποι χαρακτηρίζονται ως από τους ευνοϊκότερους για την ανάπτυξη πλούσιων σε είδη και πληθυσμούς βιοκοινωνιών ψαριών και άλλων θαλάσσιων οργανισμών. Τα δυο αυτά χαρακτηριστικά του θαλάσσιου χώρου δεν είναι μοναδικά και κατά πάσα πιθανότητα συναντώνται και σε άλλα νησιά του Αιγαίου στον ίδιο ή και σε μεγαλύτερο βαθμό. Όμως, η απομόνωση του νησιού και η σχετικά ήπια και μη έντονη χρήση από τον άνθρωπο (για τους λόγους που αναφέρθηκαν πιο πάνω αλλά και λόγω των φυλακών και του πεδίου βολής τα τελευταία 70 χρόνια, και φυσικά πιθανώς και λόγω άλλων άγνωστων τυχαίων ή ιστορικών αιτιών) άρα και η χαμηλής έντασης και συχνότητας αλιεία, συνέβαλαν στο ότι οι οικότοποι αυτοί σφύζουν από θαλάσσια ζωή πολύ περισσότερο από άλλες περιοχές με παρόμοια ή συγκρίσιμη κάλυψη.
Η μεγάλη απόσταση από τα γύρω κατοικημένα νησιά, οι απότομες, αλίμενες και ανεμοδαρμένες ακτές και η πρόσφατη ιστορία του νησιού ως τόπος εξορίας και πεδίο βολής το έχει αφήσει για πολλές δεκαετίες και αιώνες στην ησυχία του, χωρίς έντονη ανθρώπινη χρήση. Έτσι, στις απότομες και βραχώδεις βόρειες και δυτικές ακτές που κυριαρχούνται από μεγάλες εκτάσεις με σχετικά πρόσφατες κατολισθήσεις και σε συνδυασμό με την κεντρική του θέση στο Αιγαίο, δημιουργήθηκαν ιδανικές συνθήκες για την εγκατάσταση εδώ μιας μεγάλης αναπαραγωγικής αποικίας μύχων της Μεσογείου. Οι μύχοι είναι γνήσια μεταναστευτικά θαλασσοπούλια που όλη τη μέρα γυρνοβολούν ψάχοντας την τροφή τους σε μεγάλες αποστάσεις στα πέλαγα (ως και πάνω από 250 χιλιόμετρα από την αποικία), φτιάχνουν τις φωλιές τους σε λαγούμια και τρύπες στο έδαφος ή σε σχισμές κάτω από τα βράχια και τις οποίες φωλιές επισκέπτονται μόνο τη νύχτα. Είναι δε πολύ ευάλωτα στην ενόχληση από τον άνθρωπο και υποφέρουν υψηλή θήρευση κυρίως από τους αρουραίους που έχει εισαγάγει ο άνθρωπος στα νησιά. Ας σημειωθεί ότι στις απότομες και απομονωμένες πλαγιές της Γυάρου οι πυκνότητες αρουραίων είναι πολύ χαμηλότερες από ότι στις περιοχές γύρω από τις φυλακές στο Α τμήμα του νησιού.
Τα αιγοπρόβατα και τα αγριοκούνελα που έχουν εισαχθεί στο άγνωστο παρελθόν από τον άνθρωπο αποτελούν άφθονη πηγή τροφής για μια πλειάδα αρπακτικά πουλιά που και λόγω ησυχίας και απομόνωσης φωλιάζουν ανενόχλητα στις απόκρημνες περιοχές όπως και οι μαυροπετρίτες που αξιοποιούν μια άλλη άφθονη εποχιακά πηγή τροφής, τα μεταναστευτικά πουλιά.
Η -τυχαία- παρουσία κατάλληλων σπηλαίων και η έλλειψη ενόχλησης από τον άνθρωπο αλλά και τα γύρω πλούσια ψαροτόπια προσέλκυσαν τις Μεσογειακές φώκιες που βρίσκουν εδώ τόσο στις σπηλιές όσο και στις μικρές ανοιχτές παραλίες τα ιδανικά μέρη για να γεννήσουν, να θηλάσουν και να μεγαλώσουν τα μικρά τους.
Συνοψίζοντας: μια σειρά από φυσικά (γεωγραφική θέση σε σχέση με άλλα μεγαλύτερα νησιά, έντονο ανάγλυφο, μεγάλες κλίσεις, βραχώδη και άγονα εδάφη, έκθεση στους δυσμενείς καιρούς, μεγάλες φυκιάδες και τραγάνες) και ιστορικά (τόπος εξορίας, πεδίο βολής) χαρακτηριστικά της Γυάρου, από τη μια εμπόδισαν την ανάπτυξη μεγάλων οικισμών ή κράτησαν την έντονη ανθρώπινη παρουσία μακριά από το νησί για αιώνες και από την άλλη τα χαρακτηριστικά αυτά σε συνδυασμό ακριβώς με την απουσία έντονης ανθρώπινης παρουσίας και ενόχλησης επέτρεψαν εδώ την εγκατάσταση, τη μακρόχρονη διατήρηση και την ανάπτυξη, αξιοσημείωτων πληθυσμών από πολύτιμα είδη της φυσικής μας κληρονομιάς όπως της μεσογειακής φώκιας, διαφόρων αρπακτικών πουλιών και του μύχου της Μεσογείου.
Γιώργος Κατσαδωράκης
Το πρόγραμμα ΚΥΚΛΑΔΕΣ LIFE "Ολοκληρωμένη προστασία της Μεσογειακής Φώκιας στις Βόρειες Κυκλάδες» υποστηρίζεται και συγχρηματοδοτείται από τη χρηματοδοτική γραμμή LIFE Nature της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και από το Ίδρυμα του Πρίγκιπα Αλβέρτου ΙΙ του Μονακό (www.fpa2.com)